MENUMENU
Εξαντλημένο
ΥΠΟΘΕΣΗ ΤΗΣ ΑΜΒΛΕΙΑΣ ΓΩΝΙΑΣ
Ι.
Φώτα – σβηστά… Θυμάμαι… Σαν ανακοπή…
Και – κρύο… Και – σαν να μην κατοικείται η Γη…
Σιγή – ιχθύων… Σαν σκιά – που μεγαλώνει
καθώς στη Σφαίρα η μάγισσα τα χέρια απλώνει…
Ή μπορεί – ;…
Ναι… Προσωρινή σβέσις φανού
μπορεί να είναι… Να ηχεί μόνο το κύμα
μες στο σκοτάδι – σαν να σπρώχνει τα λουλούδια
που σκόρπισαν οι συγγενείς κάποιου νεκρού
πίσω στο χώμα, απ’ όπου – Κόπηκαν… Τι κρίμα!…
‘Έτσι μπορεί ν’ αρχίζει!… Δίχως τα τραγούδια
που σού ’μαθα – πως θα υπάγεις εις τους κήπους
τους κρεμαστούς… Σ’ ανεξιχνίαστες αβύσσους
μπορεί να χάθηκαν, κι η πλήρης ομορφιά
να ‘ναι ο σεισμός και τα μετέωρα σκαλιά
που ανέβαιναν στους τεχνητούς μου Παραδείσους…