Αναζήτηση

  • Γεωγραφία Kινδύνων Βέης Γιώργος

    8,00 

    ΤΑ ΚΑΛΛΙΤΕΡΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΓΡΑΦΟΝΤΑΙ ΤΟ ΠΡΩΙ

     
    όταν το λεπίδι της νύχτας
    στάζει ακόμα αίμα εικόνων,
    τότε μπορείς να δεις καθαρά τα παιδιά
    να παίζουν στη μέση της πλατείας
    γυμνά απροστάτευτα, να χάνονται ύστερα
    προς το βορρά –
    ό,τι δεν μπόρεσες να κρατήσεις κοντά σου
    που θέλησες πολύ και λύγισες στα δύο
    τανάλια σκουριασμένη, για να γίνει δικό σου για πάντα,
    τώρα καφές και μία φέτα ψωμί με βούτυρο.

  • Eκ Περάτων Λεοντάρης Βύρων

    9,00 

    VI

     

    Την καταδίκη μου ζητώ

    την ενοχή μου θέλω ν’ αποδείξω

    μα όλα τα δικαστήρια με αποπέμπουν δεν αναγνωρίζουν το έγκλη-

    μα της ύπαρξης

     

    Κι όμως η ύπαρξη είναι φονικό

    χρόνος αιμόφυρτος μ’ εξηνταδυό σφυριές που σέρνεται στις φλέβες

    μας

    σπαράγματα του αχανούς που έγιναν οι τρώγλες του «δικού» μας

    δήθεν χώρου

    σκηνώματα πεφιλημένων που περιβληθήκαμε για σώματά μας

    επαναλήψεις ξένων πεπρωμένων

    κι όλα όσα ονομάζουμε «σταθμούς της ζωής»

    όπου δεν ανταμώνουμε ποτέ μόνο χωρίζουμε

    διασχίζοντας και διαμελίζοντας ο ένας τον άλλον

    καθώς καθένας μας πορεύεται πάντα για αλλού

     

  • Tα Αποκηρυγμένα Ποιήματα Καβάφης Κ. Π.

    8,00 

     

    ΦΩΝΑΙ ΓΛΥΚΕΙΑΙ

     

    Είν’ αι γλυκύτεραι φωναί όσαι διά παντός
    εσίγησαν, όσαι εντός
    καρδίας μόνον λυπηράς πενθίμως αντηχούσιν.

     

    Εν τοις ονείροις έρχονται δειλαί και ταπειναί
    αι μελαγχολικαί φωναί,
    και φέρουν εις την μνήμην μας την τόσον ασθενή

     

    αποθανόντας ακριβούς, ους κρύα κρύα γη
    καλύπτει, και δι’ ους αυγή
    ποτέ δεν λάμπει γελαστή, ανοίξεις δεν ανθούσιν.

     

    Στενάζουν αι μελωδικαί φωναί· κ’ εν τη ψυχή
    η πρώτη ποίησις ηχεί
    του βίου μας — ως μουσική, την νύκτα, μακρυνή.

  • Ψυχοστασία (Ποιήματα 1949-2006) Λεοντάρης Βύρων

    16,00 

    ΤΗΣ ΑΝΟΙΞΗΣ ΚΑΙ ΤΟΥ ΠΟΛΕΜΟΥ

     

    Ι

     

    Δεν ξεχωρίζω πια τον ερχομό σου από την άνοιξη

    το βάδισμά σου απ’ το άνοιγμα των λουλουδιών

    τη νιότη σου από το χαμόγελό σου.

     

     Δεν ξεχωρίζω το κορμί σου απ’ των περιβολιών το θρόισμα

     την αφή σου απ’ την αφή όλου του κόσμου

     τη γεύση σου απ’ τη γεύση των τρικυμισμένων μυστικών.

     

    Δεν ξεχωρίζω πια τα μάτια σου

    Μάτια; ουρανός; θάλασσα; αστέρια; – δεν ξεχωρίζω πια

    Εσπαταλήθηκες πολύ μες στη ζωή μου.

     

  • Ραγισμένο Ταμπούρλο Λυκιαρδόπουλος Γεράσιμος

    9,00 

    θέση
    Εδώ στέκομαι
    σ’ αυτή την ερημιά που κάποτε ήταν λεωφόρος
    κατακτημένη από ζωντανές σημαίες και τραγούδια
    -τώρα περνάνε μόνο μεσ’ από το αίμα μου
    κάθε φορά που ξύνω τους τοίχους να ξεθάψω το σύνθημα
    την προδομένη εκείνη λέξη βουτηγμένη στα δάκρυα
    τη λέξη που ξεκίνησε μα δεν έφτασε ως εμάς.
    Εδώ στέκομαι
    και μάχουμαι την πέτρα και τη γαλήνη σας
    και σπάω πάνω της τα δάχτυλά μου και τα χρόνια μου
    εδώ στέκουμαι κι απόψε
    ανεμίζοντας τα κουρέλια τούτα της φωνής μου
    κι ακούω την έρημη καρδιά μου να βροντάει
    και να τελειώνει σβήνοντας από στίχο σε στίχο.

  • Τα Ποιήματα του Μανδαρίνου Λυκιαρδόπουλος Γεράσιμος

    Εξαντλημένο

    VII

    σονέτο ’97

    Έζησε σ’ άλλες εποχές. Ως νέος δεν τα πήγαινε καλά ούτε με
    το λυρισμό ούτε με τον κυνισμό – δυστύχησε μετρίως. Ωριμάζο-
    ντας κατάλαβε.

    Τα χρόνια πέρασαν. Σκαρφάλωσε τις δεκαετίες στίχο–στίχο.
    Έμαθε όλα τα τεχνάσματα της ποίησης αλλά έμεινε έντιμος –
    κατά το δυνατόν.

    Ανθηρός τώρα κι ετοιμοπόλεμος. Πρωτοκλασάτος. Ποτέ, ποτέ
    κυνικός – απλώς η πείρα ελέγχει το δάκρυ. Έμαθε όλα τα τε-
    χνάσματα. Κάπου-κάπου, μονάχα, το σώμα θυμάται το αδέξιο
    ποίημα που έγραψε είκοσι χρονών: ένα παλιό μυστικό που η τε-
    χνη του συλλαβιστά λησμόνησε, για να επιζήσει.

  • Yπό Ξένην Σημαία Ποιήματα (1967-1987) Λυκιαρδόπουλος Γεράσιμος

    9,00 

     

    ΤΟ ΚΡΑΣΙ ΤΩΝ ΦΑΙΑΚΩΝ

     

    Πες μου το πάλι πως θα με θυμάσαι κι εγώ θα σε πιστέψω.

    Ποιος θα μπορούσε αλήθεια να κρατήσει το τιμόνι σε τούτους

    τους καιρούς;

    Χάλασε κι η πυξίδα χαθήκαν  οι προορισμοί

    τα κύματα σηκώθηκαν ως το μυαλό σβήσανε οι αιώνες

    τόσες πατρίδες τόσες προσπάθειες μέσα μου καμένες.

     

    Ασ’ τους ανέμους να μας πάνε όπου θέλουν

    ασ’ τους ανέμους και το τυφλό κρασί

    το ματωμένο φως πάνω στα χείλη σου, το ψέμα κι η ομορφιά σου

     

    πες μου το πάλι

    πες μου το πάλι πως θα με θυμάσαι κι εγώ θα σε πιστέψω.

  • Πέρασμα Χατζόπουλος Θανάσης

    10,00 

    (ΣΤΗ ΡΟΗ, Ι)

     
    [17]

     
    Άλλοι τόποι λίκνισαν τις μορφές τους
    Φρόντισαν την απουσία τους
    Λογάριασαν τις ζημιές τους
    Κι απότισαν φόρο τιμής στους χωρισμούς τους

     
    Άλλες ιστορίες τους σίτισαν

     
    Φέρνοντάς τους ως εδώ συνταξιδιώτες
    Μιας ανάγκης δίχως όνομα
    Μιας σκοτεινής περιουσίας δίχως
    Άλλη ύλη από την περιπλάνηση

     
    Περνούν από εδώ απερχόμενοι
    Τυχάρπαστοι μες στη φυγή
    Απευχόμενοι το μοιραίο
    Οδεύοντας κατά πάνω του

  • Μετόπη Χατζόπουλος Θανάσης

    10,00 

    Ο ΚΑΡΠΟΣ ΚΑΙ Η ΓΗ

     
    Αναστενάζει και πλευρό γυρίζει ο κόσμος
    Και με ταχύ παλμό
    Συνεχίζει τη ρότα της η ζωή

     
    Σαλεύει και σεισμός απ’ την αρχή
    Μέχρι να βρει το βήμα της
    Ρυθμό και τα σπλάχνα της κύματος
    Την αρμονική να ταξιδέψουν

     
    Από τον ένα κόσμο στον άλλον
    Από τον μέσα κόσμο στον επάνω
    Κι από τον έξω κόσμο στον κάτω
    Να ξαναγραφτούν απ’ την αρχή

     
    Με τρόπο που αυτή η αρχή
    Να οδηγεί με νόημα και συνέπεια
    Σ’ ένα τέλος

  • Ρίμες εξ Απροόπτου Rime Improvvisate Σολωμός Διονύσιος

    12,00 

    Σ Ο Ν Ε Τ Τ Ο Δ Ε Κ Α Τ Ο Τ Ε Τ Α Ρ Τ Ο

     
    Ψυχή μου εξήλθεν εν λόγω αυτού.
    Άσμα Ασμάτων Ε’ 6

     


    Ήχος ρυακιού που γαργαροκυλάει
    από λόφους με παχιό χώμα αφράτο
    του γρασιδιού…· το αεράκι που μιλάει
    με το κλαδί το μόλις τώρα -να ’το!-

     


    πρωινό…· η γαλήνη που απλώνεται πλάι
    μετά τη μπόρα γαλανή…· και, κάτω,
    κρύφιο στρουθίο που λέει και προμηνάει
    την αυγή καθαρότατη, δροσάτο

     


    το αστέρι…· μα και ό, τι φθαρτό άλλο τύχει
    στην ανθρώπινη κράση, οπού βαρύνει
    πλέα,… δεν συγκρίνονται της φωνής σου οι ήχοι,

     


    τι ως έστερξε και να γρικήσω ακόμα,
    απώλεσε η ψυχή μου πάσα ειρήνη
    και η καρδιά μου -κεράκι- έγινε λιώμα.

  • Άπαντα Ποιητικά Ανέκδοτα – Αποκηρυγμένα – Ποιήματα Καβάφης Κ. Π.

    Εξαντλημένο